Ο Τηλέμαχος, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία και την Οδύσσεια του Ομήρου, ήταν μυθικός ήρωας της Ιθάκης, γιος του Οδυσσέα και της Πηνελόπης. Μέρη της ζωής του περιγράφονται από τον Όμηρο στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια. Οι πρώτες τέσσερις ραψωδίες (α - δ) της Οδύσσειας συχνά ονομάζονται Τηλεμάχεια, επειδή σε αυτές γίνεται αναφορά της αναζήτησης του Οδυσσέα από τον Τηλέμαχο.
Όπως εμφανίζεται στην Οδύσσεια, ο Τηλέμαχος γεννήθηκε, όταν ο Οδυσσέας εγκατέλειψε την Ιθάκη για τον Τρωικό πόλεμο. Σε ηλικία είκοσι ετών, με την παρακίνηση της θεάς Αθηνάς, που εμφανίστηκε μπροστά του μεταμφιεσμένη ως ο πιστός φίλος του Οδυσσέα Μέντορας, αποφάσισε να ταξιδέψει προς αναζήτηση πληροφοριών περί της τύχης του πατέρα του. Έτσι επισκέφθηκε την Πύλο, όπου τον φιλοξένησε ο Νέστορας και συνοδευόμενος από το γιο του Νέστορα, Πεισίστρατο, επισκέφθηκε στη συνέχεια τις Φερές και την Σπάρτη, όπου εκεί τον φιλοξένησε ο Μενέλαος. Από εκεί επανήλθε στην Ιθάκη διαφεύγοντας από πολλές ενέδρες των μνηστήρων της μητέρας του.
Όταν έφθασε στην Ιθάκη, ανακάλυψε πως ο Οδυσσέας βρισκόταν στην καλύβα του Εύμαιου και στη συνέχεια τον συνόδευσε στο παλάτι, όπου την επόμενη ημέρα αλληλοαναγνωριζόμενοι εξολόθρευσαν τους μνηστήρες της Πηνελόπης. Μετά την αποκατάσταση του πατέρα του στο θρόνο, ο Τηλέμαχος έφυγε σε μακρινά μέρη, προκειμένου να μην επαληθευτεί κάποιος χρησμός που προέβλεπε το θάνατο του Οδυσσέα από το γιο του. Επέστρεψε στην Ιθάκη, όταν έμαθε πως ο πατέρας του τελικά φονεύθηκε από τον εκ της Κίρκης γιο του, τον Τηλέγονο, που εν αγνοία του είχε γίνει πατροκτόνος. Αφού συμφιλιώθηκε μαζί του κατά ένα μύθο παντρεύτηκε την Κίρκη (και ο Τηλέγονος τη μητέρα του Πηνελόπη) με την οποία και απέκτησε γιο, τον Ρώμο (τον ιδρυτή της Ρώμης) ή κόρη, τη Ρώμη. Κατ' άλλο μύθο ο Τηλέμαχος παντρεύτηκε τη Ναυσικά, κόρη του Βασιλιά των Φαιάκων Αλκινόου, με την οποία και απέκτησε τον Περσέπολι.Κατά την "μαρτυρία" του Ησίοδου,ΗΟΙΑΙ 10(17),ο Τηλέμαχος με την Πολυκάστη, την μικρότερη κόρη του Νέστορα του γυιού του Νηλέα, απέκτησε τον Περσέπολι.
Υπατία (370 - 8 Μαρτίου 415] ήταν Ελληνίδα νεοπλατωνική φιλόσοφος, αστρονόμος και μαθηματικός, διευθύντρια της νεοπλατωνικής σχολής στην Αλεξάνδρεια[
Δίδαξε φιλοσοφία και αστρονομία στην Αλεξάνδρεια, όπου και δολοφονήθηκε από όχλο που αποτελούνταν από φανατικούς χριστιανούς
όρη του μαθηματικού και αστρονόμου Θέωνα, έλαβε με τις φροντίδες του πατέρα της πολύ καλή εκπαίδευση και ταξίδεψε στην Αθήνα και στην Ιταλία. Στην Αθήνα παρακολούθησε μαθήματα στη
νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και της κόρης του Ασκληπιγένειας, αλλά μαθήτευσε και κοντά στον Ιεροκλή. Επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια, επικεφαλής της εκεί σχολής των Πλατωνιστών (400 μ.Χ.), δίδαξε φιλοσοφία και μαθηματικά, και αποτέλεσε πόλο έλξης για τους διανοούμενους της εποχής, ενώ έκανε και εκτενή και ουσιώδη σχόλια στα μαθηματικά έργα του Διόφαντου και του Απολλωνίου. Δυστυχώς, παρότι η ίδια η Υπατία υπήρξε πολυγραφότατη, κανένα από τα έργα της δεν σώζεται και έχουμε μόνο αναφορές για αυτά. Πολλοί από τους μαθητές της ανήκαν στους ανώτατους κύκλους της αριστοκρατίας της πόλης και έγιναν σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο επίσκοπος Κυρήνης Συνέσιος και ο έπαρχος της Αλεξανδρείας Ορέστης. Η ίδια επηρεάστηκε φιλοσοφικά από τους νεοπλατωνικούς Πλωτίνο και Ιάμβλιχο.
νεοπλατωνική σχολή του Πλούταρχου του Νεότερου και της κόρης του Ασκληπιγένειας, αλλά μαθήτευσε και κοντά στον Ιεροκλή. Επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια, επικεφαλής της εκεί σχολής των Πλατωνιστών (400 μ.Χ.), δίδαξε φιλοσοφία και μαθηματικά, και αποτέλεσε πόλο έλξης για τους διανοούμενους της εποχής, ενώ έκανε και εκτενή και ουσιώδη σχόλια στα μαθηματικά έργα του Διόφαντου και του Απολλωνίου. Δυστυχώς, παρότι η ίδια η Υπατία υπήρξε πολυγραφότατη, κανένα από τα έργα της δεν σώζεται και έχουμε μόνο αναφορές για αυτά. Πολλοί από τους μαθητές της ανήκαν στους ανώτατους κύκλους της αριστοκρατίας της πόλης και έγιναν σημαντικές προσωπικότητες, όπως ο επίσκοπος Κυρήνης Συνέσιος και ο έπαρχος της Αλεξανδρείας Ορέστης. Η ίδια επηρεάστηκε φιλοσοφικά από τους νεοπλατωνικούς Πλωτίνο και Ιάμβλιχο.
Αν και πολλοί πιστεύουν ότι η Υπατία ήταν καθαρά Ελληνίδα, υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν ότι ήταν μισή Ελληνίδα και μισή Αιγύπτια. Και αυτό διότι α) ο πατέρας της ο Θέων έχει αναγνωριστεί ως Έλληνας και Αιγύπτιος και β) το μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων της Αλεξάνδρειας ήταν Έλληνες και Αιγύπτιοι. Λόγω του γεωγραφικού της αποκλεισμού από την υπόλοιπη Αίγυπτο, η Αλεξάνδρεια ήταν ελεύθερη από μισογυνικές παραδόσεις που ήταν γνωστές στην υπόλοιπη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Αν και οι Ρωμαίοι ανάγκαζαν τις κατακτημένες περιοχές να ακολουθούν τους δικούς τους νόμους, οι κατακτημένοι είχαν μια σχετική αυτονομία, με αποτέλεσμα το δίκαιο να είναι ένα μείγμα από τοπικούς και ρωμαϊκούς νόμους, και ειδικά στην Αλεξάνδρεια, όπου συγχέονταν ελληνικοί, ρωμαϊκοί και αιγυπτιακοί νόμοι. Η Υπατία, ως μια γυναίκα μεικτής εθνικότητος, μπορούσε να επιλέξει να ακολουθεί τους ελληνικούς ή τους αιγυπτιακούς χωρίς κάποια παρέμβαση των ρωμαϊκών. Γι’ αυτό μπορούσε να κατέχει γη και να έχει μία δική της επιχείρηση χωρίς κάποιον επιβλέποντα. Οι νόμοι μαζί με την εκπαίδευσή της συνετέλεσαν στα δημόσια κηρύγματά της, στο να διδάσκει και να δίνει συμβουλές σε άνδρες, στο να μετακινείται στην πόλη χωρίς κάποιον να την επιβλέπει και να κατέχει το δικό της σπίτι. Το περίεργο είναι ότι με αυτές τις ενέργειες δεν προκαλούσε, αλλά αντίθετα οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας πρέπει να ήταν συνηθισμένοι σε τέτοιες καταστάσεις.
Σύμφωνα με πηγές, εκτός από φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος, κατείχε και την προεδρία της Νεοπλατωνικής Σχολής της Αλεξάνδρειας και ήταν ένα άτομο άξιο σεβασμού, που ασκούσε επιρροή στους σημαντικούς άρχοντες της Αλεξάνδρειας αλλά και της Μεσογείου. Ένας από αυτούς ήταν και ο Ορέστης, ο Ρωμαίος έπαρχος. Συναντιόντουσαν πολύ συχνά και μιλούσαν κυρίως για πολιτικά ζητήματα. Η Υπατία ασκούσε επιρροή όχι μόνο στην Αλεξάνδρεια, αλλά και στη Κωνσταντινούπολη, στη Συρία και στην Κυρήνη. Δυστυχώς, έργα της Υπατίας δεν έχουν διασωθεί. Μερικοί αναλυτές πιστεύουν ότι τα έργα της ήταν γραμμένα στα αραβικά, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι τη δουλειά της αποτελούσαν μαθηματικές σχέσεις που η ίδια είχε δημιουργήσει. Η Υπατία είναι σημαντική για τον ρητορικό κανόνα, γιατί αποδεικνύει ότι και οι γυναίκες συμμετείχαν στις κοινωνικές και πνευματικές δραστηριότητες του αρχαίου κόσμου. Η Υπατία δίδασκε δημόσια για τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, αποδεικνύοντας την εκπαίδευσή της στη φιλοσοφία και στη ρητορική. Υπάρχουν πολλά κείμενα που επικυρώνουν την ενασχόλησή της ως διδάσκουσα, εκτός από τα μαθηματικά, φιλοσοφία και ρητορεία. Η Υπατία μάλλον έκανε δύο είδη μαθημάτων. Ένα ιδιαίτερο, για την ελίτ των μαθητών της και τα δημόσια κηρύγματα της, στα οποία ασκούσε επιρροή στους Αλεξανδρινούς υπαλλήλους. Ήταν αγαπητή απ’ όλο τον κόσμο και οι διάφοροι επικεφαλής την συμβουλεύονταν πολύ συχνά.
Η Υπατία σχολίασε την Αριθμητική του Διόφαντου, έγραψε τον Αστρονομικό Κανόνα και τελειοποίησε τον Κώνο του Απολλώνιου (δες παρακάτω). Επίσης συνεργάστηκε με τον πατέρα της για τον σχολιασμό του 3ου τόμου της Αλμαγέστης και βοήθησε τον μαθητή της Συνέσιο στην κατασκευή ενός αστρολάβου και ενός υδρομέτρου. Βέβαια, αν και δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι ήταν μια σπουδαία μαθηματικός και φιλόσοφος της εποχής της, η Υπατία έμεινε γνωστή πιο πολύ για τη διδασκαλία της. Η Υπατία ήταν μια σεβαστή και επιφανής δασκάλα, αρκετά χαρισματική και αγαπητή στους μαθητές της. Πηγές αναφέρουν ότι είχε φυσική ομορφιά και φορούσε απλά ρούχα. Έδινε δημόσιες διαλέξεις και ίσως διατηρούσε κάποιου είδους δημόσιο γραφείο. Η Υπατία δίδασκε και έγινε γνωστή τόσο για την φιλοσοφία όσο και για τα μαθηματικά. Η φιλοσοφία που ανέπτυξε η Υπατία είναι γνωστή ως Νεοπλατωνική. Αν και υπήρχαν διάφορες εκδοχές του Νεοπλατωνισμού, λέγεται ότι η Υπατία κήρυξε ένα δικό της, διαφορετικό. Οι επιστολές και τα ποιήματα παρέχουν συμπεράσματα για τη Νεοπλατωνική φιλοσοφία της Υπατίας αλλά δεν παρέχουν σημαντικές πληροφορίες. Επιπλέον, ενώ τα γραπτά των φιλοσόφων διαδόχων της Υπατίας έρχονται για να ρίξουν φως σχετικά με τις συνεισφορές της στο Νεοπλατωνισμό, δεν υπάρχουν δικά της σωζόμενα μαθηματικά έργα.
Για τον θάνατό της υπάρχουν πολλές θεωρίες για το ποιος ήταν υπεύθυνος και ποια ήταν τα κίνητρα, αλλά τίποτα δεν είναι σίγουρο. Ο θάνατος της είναι ίσως και ο λόγος που η Υπατία έμεινε αθάνατη στο πέρασμα των αιώνων. Πολλοί ερευνητές μάλιστα, χωρίζουν την εποχή του Παγανισμού από την εποχή του Χριστιανισμού σύμφωνα με την ημερομηνία του θανάτου της, το 415, έναντι του 529 που ο Ιουστινιανός έκλεισε την Αθηναϊκή Σχολή. Πολλοί θεωρούν υπεύθυνο για τον θάνατό της τον Αρχιεπίσκοπο Κύριλλο και τις διαταγές του. Η πιο αξιόπιστη πηγή για τον θάνατό της είναι από τον Σωκράτη τον Σχολαστικό, που έγραψε γι’ αυτόν 25 περίπου χρόνια αργότερα. Εκείνη την περίοδο, υπήρχε πολύ ένταση και μίσος μεταξύ των Εβραίων και των Χριστιανών της Αλεξάνδρειας· είναι η εποχή όπου ο έπαρχος Ορέστης και ο Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος (γνωστός από τον σκληρό τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε τον αιρετικό Νεκτάριο) βρίσκονταν σε αντιπαράθεση. Περίπου 500 μοναχοί έφτασαν στην πόλη για να ταχθούν στο πλευρό του Αρχιεπισκόπου. Κατηγόρησαν τον Ορέστη (ο οποίος ήταν βαπτισμένος χριστιανός) ότι είναι ειδωλολάτρης και ότι έκανε θυσίες στους Έλληνες θεούς σε αντίθεση με τον νόμο του Θεοδοσίου που απαγόρευε κάθε είδος ειδωλολατρίας. Όταν ένας μοναχός ονόματι Αμμώνιος πέθανε, επειδή είχε πετάξει μία πέτρα στον έπαρχο, ο Κύριλλος και οι άλλοι χριστιανοί στράφηκαν ενάντια στην Υπατία, η οποία ήταν εκείνη την εποχή βοηθός του. Αποκαλώντας την ειδωλολατρική μάγισσα και ιέρεια, την έγδυσαν και την έσυραν μέχρι τον Καθεδρικό ναό, όπου την σκότωσαν γδέρνοντάς και διαμελίζοντας την με κοφτερά όστρακα. Το διαλυμένο σώμα της το μετέφεραν στο Κυνάριον όπου την έκαψαν. Αν και η κυρίαρχη άποψη είναι ότι ο Κύριλλος έδωσε την διαταγή για τη θανάτωσή της, δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτός έδωσε τη διαταγή ή ήξερε την πρόθεση του όχλου.
Ο φόνος της Υπατίας περιγράφεται στα γραπτά του χριστιανού ιστορικού του 5ου αιώνα Σωκράτη του Σχολαστικού ως εξής σε μετάφραση: "Όλοι οι άνθρωποι την σεβόταν και την θαύμαζαν για την απλή ταπεινοφροσύνη του μυαλού της. Ωστόσο, πολλοί με πείσμα την ζήλευαν και επειδή συχνά συναντούσε και είχε μεγάλη οικειότητα με τον Ορέστη, ο λαός την κατηγόρησε ότι αυτή ήταν η αιτία που ο Επίσκοπος και ο Ορέστης δεν γινόταν φίλοι. Με λίγα λόγια, ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, έναν οπαδό αυτής της Εκκλησίας, παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει σπίτι της γυρνώντας από κάπου. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, την μετέφεραν στην Εκκλησία που ονομαζόταν Caesarium, την γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα και έκοψαν τις σάρκες του σώματός της με κοφτερά κοχύλια μέχρι που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της σε ένα μέρος που ονομαζόταν Κίναρον και τα έκαψαν."
Η Υπατία τελικά δολοφονήθηκε, σύμφωνα με το Σωκράτη Σχολαστικό, από μερίδα πλήθους χριστιανών οι οποίοι πίστευαν ότι ήταν υπαίτια για τη μη συμφιλίωση του επάρχου Ορέστη και του Επισκόπου Αλεξανδρείας Κυρίλλου. Ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωκράτης ο Σχολαστικός αναφέρει: «῏Ην τις γυνὴ ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ͵ τοὔνομα Ὑπατία· αὕτη Θέωνος μὲν τοῦ φιλοσόφου θυγάτηρ ἦν· ἐπὶ τοσοῦτον δὲ προὔβη παιδείας͵ ὡς ὑπερακοντίσαι τοὺς κατ΄ αὐτὴν φιλοσόφους͵ τὴν δὲ Πλατωνικὴν ἀπὸ Πλωτίνου καταγομένην διατριβὴν διαδέξασθαι͵ καὶ πάντα τὰ φιλόσοφα μαθήματα τοῖς βουλομένοις ἐκτίθεσθαι· διὸ καὶ οἱ πανταχόθεν φιλοσοφεῖν βουλόμενοι κατέτρεχον παρ΄ αὐτήν. Διὰ τὴν προσοῦσαν αὐτῇ ἐκ τῆς παιδεύσεως σεμνὴν παρρησίαν καὶ τοῖς ἄρχουσι σωφρόνως εἰς πρόσωπον ἤρχετο· καὶ οὐκ ἦν τις αἰσχύνη ἐν μέσῳ ἀνδρῶν παρεῖναι αὐτήν· πάντες γὰρ δι΄ ὑπερβάλλουσαν σωφροσύνην πλέον αὐτὴν ᾐδοῦντο καὶ κατεπλήττοντο. Κατὰ δὴ ταύτης τότε ὁ φθόνος ὡπλίσατο· ἐπεὶ γὰρ συνετύγχανε συχνότερον τῷ Ὀρέστῃ͵ διαβολὴν τοῦτ΄ ἐκίνησε κατ΄ αὐτῆς παρὰ τῷ τῆς ἐκκλησίας λαῷ͵ ὡς ἄρα εἴη αὕτη ἡ μὴ συγχωροῦσα τὸν Ὀρέστην εἰς φιλίαν τῷ ἐπισκόπῳ συμβῆναι. Καὶ δὴ συμφρονήσαντες ἄνδρες τὸ φρόνημα ἔνθερμοι͵ ὧν ἡγεῖτο Πέτρος τις ἀναγνώστης͵ ἐπιτηροῦσι τὴν ἄνθρωπον ἐπανιοῦσαν ἐπὶ οἰκίαν ποθέν· καὶ ἐκ τοῦ δίφρου ἐκβαλόντες͵ ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν ᾗ ἐπώνυμον Καισάριον συνέλκουσιν͵ ἀποδύσαντές τε τὴν ἐσθῆτα ὀστράκοις ἀνεῖλον· καὶ μεληδὸν διασπάσαντες͵ ἐπὶ τὸν καλούμενον Κιναρῶνα τὰ μέλη συνάραντες πυρὶ κατηνάλωσαν. Τοῦτο οὐ μικρὸν μῶμον Κυρίλλῳ καὶ τῇ Ἀλεξανδρέων ἐκκλησίᾳ εἰργάσατο· ἀλλότριον γὰρ παντελῶς τῶν φρονούντων τὰ Χριστοῦ φόνοι καὶ μάχαι καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια. Καὶ ταῦτα πέπρακται τῷ τετάρτῳ ἔτει τῆς Κυρίλλου ἐπισκοπῆς͵ ἐν ὑπατείᾳ Ὁνωρίου τὸ δέκατον͵ καὶ Θεοδοσίου τὸ ἕκτον͵ ἐν μηνὶ Μαρτίῳ͵ νηστειῶν οὐσῶν».,[9] οι οποίοι βρίσκονταν σε διένεξη και παρότι είχε πολλούς χριστιανούς φίλους. Ο φανατισμένος όχλος την ξεγύμνωσε, την κατέκοψε με θραύσματα αγγείων ή κοφτερά όστρακα και μετά έκαψαν τα σκορπισμένα και αιμόφυρτα μέλη της, πρακτική που ακολουθούσε ο όχλος της περιοχής και σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση του Πατριάρχη Προτέριου.[10]
Για τα κίνητρα της δολοφονίας της, αλλά και την ανάμιξη του Κυρίλλου Αλεξανδρείας έχουν εκφραστεί ποικίλες απόψεις. Σύμφωνα με το Σωκράτη το Σχολαστικό, "ό φόνος ούτος προσήψεν ού μικρόν μώμον είς τόν Κύριλλον", δίχως όμως να προχωρά σε περισσότερες λεπτομέρειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου