Τρίτη 28 Μαΐου 2013

Ο Γ. Γραμματικάκης μιλάει στον Γ. Πανόπουλο

πηγη :http://www.athensvoice.gr

 Ο κορυφαίος αστροφυσικός συζητάει με τον κορυφαίο αστρολόγο με αφορμή το νέο βιβλίο του πρώτου «Ένας Αστρολάβος του Ουρανού και της Ζωής», απόσπασμα από το οποίο επιλέχτηκε σαν θέμα έκθεσης στις φετινές πανελλήνιες εξετάσεις.

Ο Γιώργος Γραμματικάκης είναι ο Επιστήμονας-Δημιουργός συγγενής μου και δεν το ξέρει. Ανήκει στις εκλεκτικές μου συγγένειες, που περιέχουν αυτούς που αγαπάω επειδή μου ανοίγουν τα μάτια, με γοητεύουν και αυτό στο οποίο αφοσιώνονται μοιάζει τόσο εύκολο που μπορώ να το κάνω κι εγώ. Αν διδασκόταν η «Αυτοβιογραφία του Φωτός» στα σχολεία όταν ήμουν μικρός, ίσως η ζωή μου να ήταν άλλη. Μιλάει για τα δύσκολα –για το χρόνο, την κβαντική μηχανική, το φως, τη μεγάλη έκρηξη– χωρίς προσπάθεια, και μπορείς να το κάνεις να φαίνεται χωρίς προσπάθεια, όπως ο ακροβάτης που διασχίζει το σχοινί με χάρη εκατό μέτρα πάνω από τη γη δίχως δίχτυ προστασίας,
όταν διαθέτεις πολύ ταλέντο. Ο Γιώργος Γραμματικάκης, εκτός από ταλέντο και τη καθησυχαστική φωνή του, έχει και την ικανότητα να συνδυάζει το modus operandi ενός απλού ανθρώπου με την υψηλή αντίληψη ενός πολυσύνθετου ανθρώπου. Α, ναι... και είναι ένδειξη αληθινής ευφυΐας να μένεις ανέγγιχτος από την επιτυχία.
Στην «Πειρατεία του Χρόνου» βάζετε προμετωπίδα ένα απόσπασμα από την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων». «Εάν εγνώριζες τον Χρόνο τόσο καλά όσο εγώ», είπε ο Καπελάς, «δεν θα μιλούσες ωσάν να επρόκειτο για πράγμα. Ο Χρόνος είναι πρόσωπο». Αυτό συνειρμικά μου θύμισε ένα τραγούδι από τη «Λιλιπούπολη», την παιδική σειρά για ενηλίκους στο Τρίτο Πρόγραμμα του Μάνου Χατζιδάκι, που έλεγε: «Πού πάει ο καιρός που φεύγει κι όταν φτάνει ξαναφεύγει;». Τι είναι Χρόνος;
Λίγα λόγια – κι ας φύγουν και αυτά! Στη φυσική, η έννοια του χρόνου υφίσταται στις αρχές του 20ού αιώνα μια ριζική ανατροπή. Σύμφωνα με τη Θεωρία της Σχετικότητας του Αϊνστάιν, ο χρόνος παύει να ρέει ομοιόμορφα και αδιάφορα, όπως πρέσβευε ο Νεύτων. Αποτελεί, αντίθετα, μια τέταρτη διάσταση του χώρου, και ρέει πιο γρήγορα ή πιο αργά ανάλογα με την κίνησή μας. Έτσι ο επιβάτης ενός αεροπλάνου γερνά πιο «αργά», σε σχέση με ένα φίλο του που κάθεται ξαπλωμένος στην πολυθρόνα. Για να μη σπεύσουν όμως οι αναγνώστες να επιβιβασθούν στο πρώτο αεροπλάνο, ας σημειωθεί ότι οι διαφορές, ακόμα και σε μακρινά ταξίδια, είναι απειροελάχιστες.
Μόνον όταν οι ταχύτητες πλησιάζουν την ταχύτητα του φωτός –πράγμα ανέφικτο!– θα αποκτήσουν κάποια σημασία. Επίσης, ας σημειωθεί, ότι η ροή του χρόνου επηρρεάζεται και από το βαρυτικό πεδίο. Με αυτή την έννοια, και αντίθετα από τις πεποιθήσεις μας, οι κάτοικοι του ισογείου μιας πολυκατοικίας είναι θεωρητικά πιο τυχεροί από εκείνους του ρετιρέ: Στο ισόγειο, το βαρυτικό πεδίο είναι ισχυρότερο, άρα ο χρόνος κυλά πιο αργά. Κοντά σε μια μαύρη τρύπα, μάλιστα, που το βαρυτικό πεδίο απειρίζεται, ο χρόνος σταματά τελείως! Φοβούμαι, λοιπόν, ότι η συζήτηση για το χρόνο στη φυσική μπορεί να έχει κάποια αρχή, καθόλου όμως ένα ορατό τέλος. Έτσι ο Καπελάς δεν αποκλείεται να έχει δίκιο, στις παραινέσεις του προς την Αλίκη: ο Χρόνος ίσως είναι πρόσωπο. Ένα πρόσωπο όμως με πολλές μορφές, που έχει ακόμα πολλά και σπουδαία να μας διηγηθεί.
Η αστρολογία που με ενθουσιάζει είναι μια αστρολογία ανθρωπιστική που με το ένα πόδι πατάει στην ψυχανάλυση και με το άλλο στο μύθο. Μιλάει για το μερικό και για το όλο χωρίς να υποτιμάει τον ανθρώπινο πονόδοντο. Αυτή η νέα αστρολογία έχει ζωή 80 χρόνων και περνάει από τις συμπληγάδες των αντιρρησιών που δεν ξέρουν και δεν καταλαβαίνουν περί τίνος πρόκειται. Θυμάμαι ότι και στην επιστήμη κάθε καινοτομία αντιμετωπίζεται με πόλεμο. Ο Μαξ Πλανκ, πατέρας της κβαντικής θεωρίας, ένας άνθρωπος συντηρητικός και σκεπτικιστής, δεν ήταν αυτός που ξέσπασε όταν τον αμφισβητούσαν λέγοντας: «Μια νέα επιστημονική θεωρία δεν θριαμβεύει πείθοντας τους αντιπάλους και κάνοντάς τους να δουν το φως, αλλά επειδή οι αντίπαλοι πεθαίνουν και μια νέα γενιά μεγαλώνει εξοικειωμένη με αυτήν». Είναι έτσι;
Δεν γνωρίζω λεπτομέρειες για την «ανθρωπιστική» αστρολογία, που σας ενθουσιάζει. Αν όμως «πατάει» στην ψυχανάλυση και στο μύθο, τη θεωρώ εκ των προτέρων ελκυστική. Για πολλούς αιώνες, άλλωστε, η αστρολογία συμβάδιζε με την αστρονομία. Ο σημερινός διαχωρισμός τους οφείλεται στο ότι η αστρονομία στηρίζεται σε βεβαιότητες, ενώ η αστρολογία σε γραφικές υποθέσεις. Η συνηθισμένη αστρολογία, μάλιστα, έχει εισβάλει στην καθημερινότητά μας και εκμεταλλεύεται –προς ίδιον όφελος!– την ευπιστία και την ανασφάλεια των ανθρώπων.
Το πρόβλημα, πάντως, που θέτετε είναι υπαρκτό και σοβαρό. Πράγματι: Δεν είναι λίγες οι επιστημονικές ιδέες που αντιμετώπισαν στην αρχή επιφυλάξεις, την αδιαφορία ή και σφοδρές αντιδράσεις. Η θεωρία των τεκτονικών πλακών, για παράδειγμα, που με την κίνησή τους δημιουργούν τους σεισμούς, διατυπώθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα και αντιμετωπίσθηκε ως γραφική. Σήμερα, είναι ευρύτατα αποδεκτή. Η πιo αντιφατική, όμως, περίπτωση συνδέεται με τον ίδιο τον Αϊνστάιν. Ενώ εκείνος άνοιξε την πύλη για το μαγικό όσο και παράλογο κόσμο των κβαντικών ιδεών, υπήρξε στη συνέχεια ο πιο σφοδρός τους πολέμιος.
Φοβούμαι ωστόσο ότι το πρόβλημα είναι γενικότερο. Η αντίδραση σε νέες και ριζοσπαστικές ιδέες χαρακτηρίζει επίσης την τέχνη, την ποίηση, ακόμα και την πολιτική. Είναι γνωστό πώς αντιμετωπίσθηκε αρχικά ο κυβισμός στη ζωγραφική ή ο υπερρεαλισμός στην ποίηση. Όσο για την πολιτική, ας περιορισθούμε μόνο στη σημερινή οδυνηρή μας πραγματικότητα. Υπήρξαν και από τον πολιτικό μας χώρο, φωνές –λίγες, είναι η αλήθεια!– που προειδοποιούσαν για τις συνέπειες της αφροσύνης μας και πρότειναν άλλη πορεία. Κι εκείνοι, όμως, αντιμετωπίσθηκαν με αδιαφορία ή και λοιδωρίες.
Φαίνεται, λοιπόν, ότι η ανθρώπινη φύση έχει συντηρητικές καταβολές. Παρά τις ουσιαστικές αλλαγές που έφεραν στον κόσμο των ιδεών ο Διαφωτισμός και η άνθιση της επιστήμης, η φύση αυτή παραμένει στο βάθος της αναλλοίωτη. Είναι μια αλήθεια που ανέδειξε πρώτος ο Θουκυδίδης. Ίσως γι’ αυτό τα διδάγματα της Ιστορίας του είναι πάντοτε επίκαιρα και αποκαλυπτικά.
Έχω την εντύπωση ότι η επιστήμη πιέζει τον ανθρώπινο εγκέφαλο να κάνει ένα άλμα πέραν της λογικής, όπως την ξέρουμε, για να χωρέσει και να κατανοήσει τις καινούργιες ανακαλύψεις. Αντέχουμε;
Έχει αποδειχθεί ότι αντέχουμε. Άλλωστε, τον ανθρώπινο εγκέφαλο δεν πιέζει τόσο η επιστήμη, όσο οι διαψεύσεις της ζωής.
Άξιζε τον κόπο όταν, πριν από 400 περίπου εκ. χρόνια, συρθήκαμε έξω από τη θάλασσα και μετατραπήκαμε σε ζώα ξηράς;
Δεν συρθήκαμε απλώς έξω από τη θάλασσα. Υπακούσαμε στους θεμελιώδεις νόμους της εξελίξεως των ειδών, που διατύπωσε με τόλμη η μεγαλοφυΐα του Δαρβίνου. Ας σημειωθεί ότι μήτε η δική του θεωρία έγινε εύκολα αποδεκτή. «Ακόμα και αν είναι αλήθεια ότι καταγόμαστε από τον πίθηκο», παρατήρησε έντρομη στον Δαρβίνο μια κυρία της αγγλικής αριστοκρατίας, «θα παρακαλούσα θερμά να μην κοινολογηθεί». Την παράκλησή της φαίνεται να εφαρμόζουν, αιώνες μετά, πολλοί επίσημοι θεσμοί των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά και η ελληνική σχολική παιδεία, που διατηρεί πάντα στο ημίφως τη Θεωρία της Εξελίξεως.
Η έξοδος  της ζωής από τις λίμνες και τους ωκεανούς θα οδηγήσει, με επίμονες εξελικτικές διαδικασίες, στην εμφάνιση των θηλαστικών. Τη δική τους ωστόσο επιβίωση και ανάπτυξη θα εξασφαλίσει –από τύχη ή αναγκαιότητα!– ένα κοσμικό γεγονός μεγάλης κλίμακας. Αναφέρομαι στην εξαφάνιση των δεινοσαύρων, που κυριαρχούσαν μέχρι τότε στη στεριά και στον αέρα· ενώ, μαζί τους, θα εξαφανιστούν πάμπολλα είδη πτηνών και ερπετών, αλλά και  μεγάλο μέρος της φυτικής βλάστησης. Οι αιτίες για την ανεπανάληπτη αυτή βιολογική καταστροφή, πριν από 65 εκ. χρόνια, είναι ακόμα αδιευκρίνιστες και οι υποθέσεις ποικίλλουν: από την πτώση μετεωριτών ή μια τρομακτική σεισμική δράση, μέχρι μια εκτεταμένη κλιματική αλλαγή.
Η σημασία της, όμως, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Διότι επιτρέπει τη ραγδαία ανάπτυξη των θηλαστικών, που προσαρμόζονται διαρκώς στις ανάγκες και το περιβάλλον και παρουσιάζουν ολοένα και πιο εξελιγμένα είδη. Ανάμεσά τους, και τους πολύ μακρινούς προγόνους του σημερινού ανθρώπου. Με οποιοδήποτε πάντως τρόπο και αν κριθεί, ο άνθρωπος αποτελεί την κορυφαία πράξη στην αργή, αλλά και δραματική αυτή βιολογική εξέλιξη.
Έχοντας λοιπόν διαγράψει ένα μακρύ, αλλά νομίζω αναγκαίο κύκλο, επανέρχομαι στο αρχικό σας ερώτημα: Άξιζε τον κόπο, που «μετατραπήκαμε» σε ζώα ξηράς; Η απάντηση έχει δύο όψεις: Πρώτον, δεν μας ρώτησε κανείς. Η Θεωρία της Εξελίξεως δεν ρωτά: επιλέγει, προσαρμόζεται και επιδιώκει επίμονα την επιβίωση εκείνων των βιολογικών ειδών που είναι ικανά να αντιμετωπίσουν ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Από τη στιγμή όμως –η δεύτερη όψη της απαντήσεως– που ο άνθρωπος εμφανίζεται στο κοσμικό παιχνίδι, υπάρχει πια μια θεμελιώδης διαφορά. Ο πλανήτης μας, ο μόνος που αποδεδειγμένα φιλοξενεί τη ζωή, έχει αποκτήσει τον παρατηρητή, αλλά και τον αφηγητή του.
«Η εξέλιξη στο ανθρώπινο επίπεδο» παρατηρεί ο J. Huxley, «παρόλο που καλύπτει ελάχιστο μέρος του γεωλογικού χρόνου, έχει ήδη αποδώσει εντελώς μοναδικά αποτελέσματα, που είναι αδύνατον να συλλάβει κανείς σε βιολογικό επίπεδο. Για παράδειγμα, τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, τους κατευθυνόμενους πυραύλους, την «Γκουέρνικα» του Πικάσο, τη Θεωρία της Σχετικότητας, τον Παρθενώνα, τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως. Έχει, επίσης, και τούτο είναι το πιο εξέχον, γεννήσει αξίες». Δεν θα φτάσω, λοιπόν, στην ακραία εκδοχή της λεγόμενης «ανθρωπικής αρχής», που ισχυρίζεται ότι το Σύμπαν έπρεπε να δημιουργήσει τον παρατηρητή του για να υπάρξει το ίδιο! Ένα Σύμπαν όμως χωρίς τον άνθρωπο και τις αξίες του θα έμοιαζε αδιάφορο και ψυχρό, σχεδόν αμήχανο.
Ο άνθρωπος έχει επιλέξει το όνειρο της γνώσης: να ανοίγει συνεχώς πόρτες. Είναι καταδικασμένος να ανοίξει ακόμα και την τελευταία, που ίσως τον φέρνει αντιμέτωπο με την καταστροφή του;
Δεν ανοίγει πόρτες. Παράθυρα ανοίγει. Η πόρτα μοιάζει επτασφράγιστη.
Ζούμε σε ένα σύμπαν που δεν ξέρουμε την ηλικία του με ακρίβεια, περιτριγυρισμένοι από άστρα που δεν γνωρίζουμε καλά τις αποστάσεις τους, γεμάτοι από ύλη που δεν μπορούμε να ταυτοποιήσουμε, λειτουργώντας με φυσικούς νόμους τις ιδιότητες των οποίων δεν καταλαβαίνουμε πραγματικά. Πόσο ευχαριστημένοι μπορούμε να είμαστε με τα επιτεύγματά μας;
Είναι γνωστή η λαϊκή ρήση που θεωρεί ότι οι αισιόδοξοι, οι ικανοποιημένοι, βλέπουν το ποτήρι «μισογεμάτο», ενώ οι απαισιόδοξοι το βλέπουν «μισοάδειο». Αισθάνομαι ότι ανήκετε στη δεύτερη κατηγορία. Για να κάνω, λοιπόν το δικηγόρο, όχι του διαβόλου, αλλά της συνομοταξίας των επιστημόνων, στην οποία ανήκω, θα σας πω ότι μάλλον υπερβάλλετε. Διότι οι διαπιστώσεις σας μπορεί να έχουν κάποια στοιχεία αλήθειας, τα επιτεύγματα όμως της επιστήμης είναι αναμφισβήτητα και συγκλονιστικά.
Ας περιορισθούμε στον 20ό αιώνα: Η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, η ανακάλυψη της φυγής των γαλαξιών, η λεπτομερής διερεύνηση με τα διαστημόπλοια ή τα εξελιγμένα τηλεσκόπια του Ηλιακού μας συστήματος, αλλά και η συγκλονιστική ανακάλυψη του αρχέγονου φωτός που επιβεβαίωσε τη Θεωρία της Μεγάλης Εκρήξεως, άλλαξαν την εικόνα που έχουμε για τον Κόσμο και της πρόσθεσαν γοητεία και γνώσεις. Παράλληλα, μια άλλη επανάσταση, εξίσου σημαντική, συντελέσθηκε –και συντελείται πάντοτε!– στο μικρόκοσμο της ύλης και τη γνώση του.
Η κβαντική φυσική περιέγραψε με ακρίβεια τους απροσδόκητους νόμους που διέπουν τα άτομα και την κίνηση των ηλεκτρονίων και άνοιξε το δρόμο σε μια πληθώρα ευεργετικών εφαρμογών. Ενώ, από μια άλλη πλευρά του λόφου, η ανακάλυψη του DNA και της ελικοειδούς του δομής θα δώσει τρομακτική ώθηση στην επιστήμη της Βιολογίας, θα διευκρινίσει τους κανόνες της κληρονομικότητας και θα δημιουργήσει στην ανθρωπότητα ελπίδες αλλά και μεγάλους φόβους.
Είναι, λοιπόν, το ποτήρι μισογεμάτο; Με συνοπτικό κι ωστόσο πάντοτε επίκαιρο τρόπο, μια απάντηση έχει δοθεί παλαιότερα. «Για τον αστρονόμο», παρατήρησε κάποιος στον Αϊνστάιν, «ο άνθρωπος δεν είναι παρά μια κουκίδα χωρίς σημασία σε ένα άπειρο Σύμπαν». «Συχνά αισθάνομαι το ίδιο» απάντησε ο Αϊνστάιν. «Συνειδητοποιώ όμως ότι αυτή η ασήμαντη κουκίδα, που είναι ο άνθρωπος, είναι επίσης ο αστρονόμος».
Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος, που είναι και ο αστρονόμος, δεν έχει την αυταπάτη ότι τα γνωρίζει όλα. Αν μάλιστα αποφύγει την αλαζονεία που χαρακτηρίζει συχνά τους επιστήμονες, πείθεται γρήγορα ότι «όλα» δεν θα τα μάθει ίσως ποτέ. Ξέρει όμως πια ότι οι κεραυνοί δεν οφείλονται στην οργή κάποιου Δία, αλλά στις ηλεκτρομαγνητικές επιδράσεις στην ατμόσφαιρα· κι έμαθε να καταπολεμά πολλές ασθένειες, όχι με τη μαγεία και τις βασκανίες, αλλά με την ανακάλυψη των αντιβιοτικών. Η επιστήμη, όμως, και οι αναζητήσεις της, εκτός από τα λαμπρά της επιτεύγματα, έχει και μια άλλη λειτουργία. Μαζί με την Τέχνη και τον Έρωτα, είναι ικανή να ανασύρει τον άνθρωπο από την υπαρξιακή του μοναξιά· και να προσδώσει στη ζωή του κάποιο νόημα και προορισμό.
Υπάρχει Θεός; Κι αν υπάρχει, ρίχνει ή δεν ρίχνει ζάρια;
Η ερώτηση αυτή υποβόσκει πάντοτε στις ομιλίες μου, λίγοι ωστόσο ακροατές τολμούν να τη διατυπώσουν. Ευτυχώς. Διότι ο σκοπός της επιστήμης δεν είναι να απαντήσει στο ερώτημα αν υπάρχει ή όχι Θεός. Δεν έχει, άλλωστε, αυτή τη δυνατότητα. Η αναταραχή που ακολούθησε πρόσφατα την ανακάλυψη του «Σωματιδίου του Θεού» στο μεγάλο Επιταχυντή του CERN, με ορισμένους ιερωμένους να ξιφουλκούν λαύροι εναντίον της επιστήμης, αυτήν ακριβώς τη σύγχυση υποδήλωνε.
«Είναι ανόητο» δήλωσε τότε ο κορυφαίος Έλληνας θεωρητικός φυσικός Γιάννης Ηλιόπουλος, «να επικαλούμαστε το όνομα του Θεού κάθε φορά που δεν καταλαβαίνομε κάτι. Να τον ψάχνομε, ναι, παντού, όχι όμως κι εκεί που δεν είναι... Μεταθέτουμε τον Θεό κάθε τόσο σαν ειρηνοδίκη. Τον πάμε αλλού. Όποιος φαντάζεται ότι έχει ανάγκη από παρόμοια επιχειρήματα για να στηρίξει την πίστη του, σημαίνει στην ουσία ότι δεν πιστεύει». Ας το πάρομε, λοιπόν, απόφαση. Η επιστήμη προσπαθεί να περιγράψει τον κόσμο, στην καλύτερη περίπτωση να τον ερμηνεύσει.
Το πρόβλημα της υπάρξεως του Θεού ανήκει σε άλλες σφαίρες, μεταφυσικές ή φιλοσοφικές. Κυρίως όμως ανήκει στον καθένα από εμάς, και η απάντηση ποικίλει ανάλογα με τις παραδόσεις, τα βιώματα ή τους φόβους μας. Ακόμα και αν αποδειχθεί κάποτε ότι το Σύμπαν υπήρξε το αποτέλεσμα μιας τυχαίας διακύμανσης του Κενού, το ερώτημα θα παραμένει: Υπήρξε πράγματι τυχαία αυτή η διακύμανση ή το προϊόν μιας Υπέρτατης Βουλήσεως;
Η συγγραφική σας πορεία αρχίζει από την «Κόμη της Βερενίκης», περνά από την εντυπωσιακή σε όγκο και περιεχόμενο «Αυτοβιογραφία του Φωτός» και φθάνει στο σημερινό «Αστρολάβο». Στα βιβλία σας η ορθολογική προσέγγιση της επιστήμης συνοδεύεται από καλλιτεχνικές ή ποιητικές αναφορές.Θεωρείτε ότι το χάσμα ανάμεσα στην Επιστήμη και την Τέχνη είναι δυνατόν να γεφυρωθεί;
Υπάρχουν δύο ακόμα βιβλία, διόλου ήσσονος σημασίας για μένα, στη συγγραφική καταγραφή που είχατε την καλοσύνη να κάνετε. Είναι τα «Κοσμογραφήματα» –προ πολλού εξαντλημένα– από τις καλές εκδόσεις «Πόλις»· και οι «Συνομιλίες με το Φως», από τον «ΙΑΝΟ». Το τελευταίο «υλοποιεί», με ένα μουσικό βίντεο που περιέχει, την προσπάθεια να συνδεθεί ο επιστημονικός λόγος με τη Μουσική.
H επιστήμη είναι κι εκείνη στον πυρήνα της μια διαδικασία δημιουργίας. «Το μεγαλείο της επιστήμης» παρατηρεί εύστοχα ο Άρθουρ Κέσλερ, «δεν βρίσκεται σε μια αλήθεια πιο απόλυτη από την αλήθεια του Μπαχ ή του Τολστόι. Βρίσκεται σε αυτήν καθ’ εαυτή την πράξη της δημιουργίας της». Είμαι, λοιπόν, κατηγορηματικός: Ο διαχωρισμός της Επιστήμης από την Τέχνη δεν στερεί απλώς και από τις δύο τις δυνατότητες αλληλοεπιδράσεως. Πράγμα σοβαρότερο, στενεύει επικίνδυνα τους ορίζοντες του ανθρώπου και δυσκολεύει την αγωνιώδη αναζήτηση ενός νοήματος του κόσμου.
Η «Κόμη της Βερενίκης» και η «Αυτοβιογραφία του φωτός» υπήρξαν πηγή εμπνεύσεως για προικισμένους καλλιτέχνες και έγιναν τηλεοπτική σειρά αλλά και θεατρικά δρώμενα, σπουδαίες συνθέσεις μουσικής αλλά και πίνακες ζωγραφικής. Τον ίδιο δρόμο φαίνεται να ακολουθεί και ο «Αστρολάβος». Tα βιβλία εκλαϊκευμένης επιστήμης –που είναι αδόκιμος και παραπλανητικός όρος– έχουν μια πραγματική άνθιση. Παράλληλα, η λογοτεχνία και η ποίηση εμπνέονται συχνά από τις ιδέες και τα πρόσωπα της επιστήμης. Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι δύο σπουδαίες μορφές τέχνης, το θέατρο και ο κινηματογράφος, έχουν πρόσφατα περιλάβει στη δραματουργία τους τις επιστημονικές μορφές του Χάιζενμπεργκ και του Γκέντελ, του Φέινμαν ή του Νάις.
Από την άλλη, δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες. Η εποχή μας είναι βάρβαρη και σκληρή. Ο πολιτισμός, στο σύνολό του, αμύνεται απέναντι σε δυνάμεις ανάλγητες και ψυχρές. Η σύγκλιση της Επιστήμης με την Τέχνη, που αποτελεί πάντα μια αδήριτη ανάγκη, έχει συχνά τη μορφή ψιθύρων. Υποδεικνύει ένα δρόμο, που είναι ωστόσο ακόμα μακρύς και ανηφορικός.
Σε 50-100 χρόνια ο κόσμος θα είναι αγνώριστος – πολιτικά, πολιτισμικά, οικονομικά, κοινωνικά. Τι θα παίρνατε μαζί σας στον καινούργιο κόσμο;
Το χαμόγελο ενός παιδιού. Επίσης, έναν αστρολάβο, γιατί θα ψάχνω κι εκεί τις κατευθύνσεις.
Φαίνεται ότι σήμερα υποφέρουμε από έλλειψη Μύθων, από κάτι που θα μας ενθουσιάσει, θα μας κινητοποιήσει και θα μας γοητεύσει ξανά. Ποιος μπορεί να είναι ένα κοινός καινούργιος ή ακόμα και παλιός μύθος που θα μας συνεπάρει; Ζούμε χωρίς μύθους;
Πώς δεν υπάρχουν μύθοι; «Ζήσε το μύθο της Ελλάδος» έλεγε παλαιότερα μια τουριστική διαφήμιση. Το μύθο αυτό, τον ζούμε εμείς καθημερινά.
Ζήσαμε πρόσφατα την «προφητεία» για τη Συντέλεια του Κόσμου, που παρά τις αντίθετες επιστημονικές διαβεβαιώσεις έγινε πιστευτή από πολύ κόσμο και συνοδεύτηκε από κωμικοτραγικές εκδηλώσεις. Δεν ήταν, όμως, ένα μεμονωμένο φαινόμενο. Κατά καιρούς διάφορες αντιεπιστημονικές θεωρίες και προβλέψεις δημιουργούν σύγχυση ή και πανικοβάλλουν τους ανθρώπους. Έχετε κάποια ερμηνεία ή σχόλιο για τα αντιεπιστημονικά αυτά ρεύματα;
Το φαινόμενο είναι χειρότερο από αυτό που περιγράφετε. Διότι στα κλασικά μέσα ενημέρωσης, που είναι πιο προσεκτικά, έχει προστεθεί τα τελευταία χρόνια το διαδίκτυο και η εκρηκτική του ανάπτυξη. Εκεί, κάθε ανεξέλεγκτη πληροφορία, προφητεία ή δήθεν επιστημονική προσέγγιση βρίσκει φιλόξενο έδαφος και διαδίδεται επί δικαίων και αδίκων. Ας σημειωθεί ότι η άνθιση αυτή της «παραεπιστήμης» ξεπερνά συχνά τα όρια της γραφικότητας. Στην ελαφρότερη ίσως πλευρά της ανήκει η εκμετάλλευση των αφελών από αστρολόγους και κάθε είδους μελετητές των ζωδίων ή οι προφητείες για συντέλειες ποικίλης μορφής.
Το αντιορθολογικό ρεύμα φθάνει συχνά στα άκρα και γίνεται επικίνδυνο. Το 1997 ένας λαμπρός κομήτης, ο κομήτης Hale-Bopp –που ενέπνευσε και ένα από τα κείμενα του «Αστρολάβου»– άρχισε να πλησιάζει τη Γη. Ενώ όμως η αστρονομική έρευνα είχε προσδιορίσει ακριβώς την τροχιά του και δεν είχε καμιά αμφιβολία για την υλική του σύσταση, πολλοί οπαδοί μιας αιρέσεως στην Αμερική οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία για να συναντηθούν, όπως πίστευαν, με τους εξωγήινους που κατοικούσαν στην ουρά του κομήτη!
Πολυάριθμες είναι επίσης οι περιπτώσεις όσων αναζητούν θεραπεία σε φανταστικές ή πραγματικές ασθένειες σε μαγγανείες ή μέσω του διαδικτύου. Υπάρχει, λοιπόν, μια θεμελιώδης αντίφαση στην εποχή μας. Ενώ χαρακτηρίζεται ως η εποχή του θριάμβου της επιστήμης, και οι εφαρμογές της σφραγίζουν τη ζωή μας, ανθούν παράλληλα ποικίλα και ισχυρά αντιεπιστημονικά ρεύματα.
Μεγάλη ευθύνη ασφαλώς φέρει μια σχολική παιδεία που περιορίζει τις επιστημονικές ιδέες σε ορισμούς και απομνημόνευση τύπων, και τις καθιστά απωθητικές. Επίσης, οι θρησκευτικές προκαταλήψεις και φανατισμοί απανταχού της γης είναι συνήθως εχθρικές προς την επιστημονική πρόοδο. Ευθύνες, όμως, για την άνθιση της ιδιότυπης αυτής υποκουλτούρας υπάρχουν και στην άλλη πλευρά. Η υπεράσπιση των επιστημονικών ιδεών εκδηλώνεται συχνά με φανατισμό και αλαζονεία, που δεν αφήνουν περιθώρια στο διάλογο και την πειθώ. Η ανθρώπινη ζωή έχει όμως ανάγκη από κάποια μεταφυσική αύρα, ακόμα και από μύθους· αρκεί να μην κρύβουν ιδιοτέλεια.
Νομίζω, λοιπόν, ότι η «συμπόρευση» της επιστήμης με την ίδια της την άρνηση θα διαρκέσει. Στον «Αστρολάβο του Ουρανού και της Ζωής» γράφω ότι ο πολιτισμός είναι στο βάθος του μια πρόταση προς το μέλλον. Το ίδιο και η Παιδεία. Αυτά λείπουν στη σύγχρονη εποχή. Η έλλειψή τους δεν ανακλά μόνον στο χώρο της επιστήμης, αλλά φοβούμαι και στην ίδια τη ζωή μας.
Πολλοί ονομάζουν τις εποχές κρίσης ενδιαφέρουσες περιόδους. Είμαστε τυχεροί, δηλαδή, που ζούμε σε μια εποχή κρίσης;
Είμαστε απλώς τυχεροί που ζούμε. Ενδιαφέρουσα είναι μια κρίση μόνο για τους παρατηρητές της, ίσως και για τους εξωγήινους.
Τι σας οδήγησε να γράψετε τον «Αστρολάβο»;
Ένας αστρολάβος δείχνει με μεγάλη ασάφεια το χρόνο κι επίσης τις κατευθύνσεις που θα κινηθούμε. Και τα δύο ήταν ζητούμενα στη ζωή μου.
Πώς αισθανθήκατε, όταν στις τελευταίες πανελλήνιες εξετάσεις το θέμα της εκθέσεως ήταν από το βιβλίο σας;
Σαν ένας μαθητής που δίδει κι εκείνος εξετάσεις. Ευτυχώς, πέρασα.
Τι είναι η πατρίδα μας;
Όσοι την αγαπούν πραγματικά, μένουν απέναντι της σιωπηλοί. Οι άλλοι, που την υμνούν συνέχεια, σκέφτονται το δικό τους όφελος.
Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει;
Δεν πεθαίνει. Βρίσκεται, όμως, μονίμως στην εντατική.
Τι λέτε στον εαυτό σας κάθε φορά που απελπίζεστε;
Ότι την προηγούμενη φορά ήταν χειρότερα. Όσο για την επόμενη, προσπαθώ να μην τη σκέφτομαι.
Είστε ένας επιστήμονας ποιητής, ένας δημιουργός που αντιμετωπίζει την επιστήμη ως ποίηση, ένας ρομαντικός που βλέπει παντού ομορφιά...
Αλίμονο αν δίδω αυτή την εντύπωση. Βλέπω απλώς την ομορφιά εκεί που υπάρχει, και κυρίως εκεί που δεν τη βλέπουν οι πολλοί.
Πώς θα χαρακτηρίζατε λοιπόν τον εαυτό σας;
Στις καλές του στιγμές, έναν κοσμογράφο.

 Το βιβλίο του Γιώργου Γραμματικάκη «Ένας Αστρολάβος του Ουρανού και της Ζωής» κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. [Φωτό: Λίλα Σωτηρίου]
n

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου