Η Σαπφώ, γενική της Σαπφούς, (αιολική διάλεκτος Ψαπφώ, αποκαλούμενη και Σαπφώ η Λεσβία από τον τόπο καταγωγής της) (~ 630[1] - 570 π.Χ.), ήταν Eλληνίδα λυρική ποιήτρια από τη Λέσβο, ιδιαίτερα γνωστή από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα για τα ποιήματά της. Με το όνομά της έχει συνδεθεί και ο λεσβιακός έρωτας.
Σε στολισμένο θρόνο εσύ που κάθεσαι
και πλέκεις δόλους, Αφροδίτη αθάνατη,
και πλέκεις δόλους, Αφροδίτη αθάνατη,
μη βασανίζεις την ψυχή μου, Δέσποινα,
με έγνοιες και βάσανα·
με έγνοιες και βάσανα·
μόν’ έλα εδώ, όπως ήρθες κι άλλοτε,
που από μακριά το κάλεσμά μου τ’ άκουσες
που από μακριά το κάλεσμά μου τ’ άκουσες
κι αφήκες το παλάτι του πατέρα σου,
κι’ έζεψες να ’ρθεις
κι’ έζεψες να ’ρθεις
το χρυσό σου το αμάξι. Κι όμορφα σου το ’σέρναν
γοργά στρουθιά φτεροκοπώντας σβέλτα
γοργά στρουθιά φτεροκοπώντας σβέλτα
από ψηλά, στη μαύρη γης ολόγυρα,
μες στον αιθέρα.
Σε λίγο φτάσαν. Τότε εσύ, ω μακάρια,
με την αθάνατη όψη χαμογέλασες
με την αθάνατη όψη χαμογέλασες
και ρώτησες σαν τι έχω πάθει πάλι,
γιατί σε κράζω·
γιατί σε κράζω·
τί λαχταράει η καρδιά μου η ξέφρενη
τόσο πολύ· ποιαν η Πειθώ γυρεύεις,
Σαπφώ , να φέρει πάλι στην αγάπη σου,
σαν ποια σ’ αδίκησε;
Φεύγει; Σε λίγο θα σε κυνηγήσει·
δεν παίρνει δώρα;
τόσο πολύ· ποιαν η Πειθώ γυρεύεις,
Σαπφώ , να φέρει πάλι στην αγάπη σου,
σαν ποια σ’ αδίκησε;
Φεύγει; Σε λίγο θα σε κυνηγήσει·
δεν παίρνει δώρα;
Γρήγορα θα δώσει·
δεν αγαπά;
Σε λίγο θ’ αγαπήσει,
θέλει δε θέλει!
Έλα, θεά, και τώρα, γλίτωσέ με
απ’ τη βαριά την έγνοια, κάνε μού τα
απ’ τη βαριά την έγνοια, κάνε μού τα
τα όσα ποθεί η καρδιά να γίνουν, έλα ατή σου
διαφέντεψέ με!
διαφέντεψέ με!
I. Θ. Κακριδής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου