Φιλόλογος
Όταν τα
χρόνια περνούν κι οι θύμησες αυξάνουν, θέλεις να γυρίσεις πίσω ενάντια
στο γρήγορο πέρασμα του χρόνου και θέλεις να γίνεις πάλι μικρός και να
παίξεις με τα
γειτονόπουλα ή με τους φίλους σου, για να πάρεις λίγη αγνότητα και
αθωότητα απο τα παιδικά σου χρόνια.
Για λίγο ένιωσα κι εγώ μικρό παιδί, όταν βρέθηκα μέσα στο "Μουσείο
Παιγνιδιών" δίπλσ στην Παναγία, μέσα
στο σπίτι, που ο αείμνηστος δάσκαλος μας κυρ-Μιχαλάκης Παπαβασιλείου
πέρασε τη ζωή του και το δώρισε στον Ερμιονικό Συνδεσμο, ο οποίος με
πολλά χρήματα και πολύ κοπο το ανακαίνισε.
Όταν βρέθηκα μέσα στην αίθουσα στον πρώτο όροφο του σπιτιού, ένιωσα σαν
να ξαναπήγαινα στο Δημοτικό σχολείο και ήταν σαν να ξανακαθόμουνα στο
ξύλινο θρανίο, που έβλεπα μπροστά μου, σαν να φορούσα
πάλι τη
ποδιά μου με το άσπρο
γιακαδάκι ή τη ζύπ -κιλότ και ετοιμαζόμουν να φύγω, για τα αλώνια για
να λάβω μέρος στις γυμναστικές επιδείξεις. Έβλεπα ακόμα μπροστά μου,
ένα μελανοδοχείο, πένες, τη πλάκα με το κοντύλι, στην οποία γράφαμε τα
πρώτα γράμματα, τα πρώτα μας βιβλία και τα πρώτα μας εργόχειρα πάνω σε
χαρτί.
Στην άλλη προθήκη είδα παιγνίδια φτιαγμένα από πιαδιά, με απλά υλικά,
πλαστικά ξύλινα,
τσίγκινα. Είδα τους βόλους κι
αμέσως τότε είδα στα σοκάκια της Ερμιόνης ομάδες αγοριών, να έχουν
αφημένες τις πάνινες σχολικές τους σάκες κάτω, κι αυτά να γελάνε, να
μαλώνουν, να γκρινιάζουν και να μετράνε συνεχώς τους βόλους τους.
Είδα το πίτσι, το σχοινάκι, τα πεντόβολα, το κουτσό, και τα καρύδια,
που με έφεραν στις γειτονιές και είδα τις παλιές μου συμμαθήτριες να
έχουν γεμάτες τις τσέπες τους
καρύδια και
καθεμιά με τη σειρά της να
ρίχνει τη μάνα, το πιο μεγάλο καρύδι και να στοχεύει τη σειρά των
καρυδιών, που ήταν μπροστά τους.
Είδα τα κανάρια, τα στεφάνια απο βαρέλια και μου έφεραν στο νου εικόνες
απο τα Μαντράκια, όπου τα αγόρια κυλούσαν τα στεφάνια και
συναγωνίζονταν, ποιος θα βγεί πρώτος.
Στη θέα
του μπερντέ με τις φιγούρες του καραγκιόζη, ήλθαν στα αυτιά μου οι
φωνές των παιδιών, που γύριζαν τις γειτονιές και καλούσαν τα παιδιά, να
έλθουν στο σπίτι τους, για να δούν την παράσταση, που οι ίδιοι έγραφαν
και έπαιζαν κινώντας τις φιγούρες πίσω απο ένα άσπρο σεντόνι και
φώτιζαν τη σκηνή με κερί ή με φανάρια.
Τα παιδιά στις μέρες μας πλούσια ή φτωχά έπαιζαν με τα
ίδια
παιγνίδια και χαίρονταν με τη
συντροφικότητα. Λυπάμαι τα σημερινά παιδιά, γιατί βιώνουν τη μοναξιά μπροστά στις ηλεκτρονικές οθόνες.
Πιο πέρα ήταν πολλές κούκλες, πάνινες χειροποίητες ή κοκάλινες ή
πλαστικές. Τα μικρά κορίτσια τότε έπαιζαν πολύ με τις κούκλες. Τις
τάιζαν, τις έντυναν, τις νανούριζαν, τις βάφτιζαν, τις πάντρευαν. Έτσι
ετοιμάζονταν κι αυτές, για την κοινωνική ζωή και για τον
ευλογημένο
ρόλο της μητέρας.
Ψυχή του Μουσείου είναι η οργανώτρια αυτού, η Μαρία Τράκη, η οποία
είναι αξιέπαινη, γιατι δαπάνησε πολλά χρήματα και κατέβαλε πολύ κόπο,
για το στήσιμο αυτού του μουσείου, που είναι το μοναδικό στην
περιφέρεια.
Η Μαρία πρόσφερε και προσφέρει, αφού αφιλοκερδώς πρόσχαρη καθημερινά
σε ξεναγεί στο χώρο, λέγοντας γλαφυρά την ιστορία πολλών παιγνιδιών.
Φεύγοντας ένιωσα για λίγο πίκρα, γιατί κατάλαβα πόσο γρήγορα πέρασαν τα
χρόνια, αλλά και χαρά και ευτυχία, γιατί ήμουν τυχερή, που πέρασα τα
παιδικά μου χρόνια στην Ερμιόνη μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου